
O Πρόσθιος Χιαστός Σύνδεσμος είναι μια ανατομική δομή στο εσωτερικό του γόνατος με ινώδη σύσταση που ο βασικότερος ρόλος της έγκειται στην παροχή σταθερότητας στο γόνατο κατά τη διάρκεια της κίνησης. Η μορφολογία του και η κινηματική του είναι αρκετά σύνθετη, όμως είναι αυτό που του προσδίδει την ικανότητα να συνδράμει στη σταθερότητα και σε στροφικές κινήσεις αλλά και στον περιορισμό της προσθιοπίσθιας κύλισης (συρτάρι). Εκτός αυτού λόγω της σύνθετης δομής του, αφού περιέχει νευρικούς αισθητήρες, δίνει πληροφορίες θέσης και λειτουργίας του γόνατος στον εγκέφαλο (ιδιοδεκτικότητα).
Πότε τραυματίζεται ο Πρόσθιος Χιαστός Σύνδεσμος;
Οι τραυματισμοί του Πρόσθιου Χιαστού Συνδέσμου συνήθως συμβαίνουν κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματίες αθλητές, αλλά και σε απλούς ανθρώπους με μη επαγγελματική ενασχόληση με τον αθλητισμό. Συνήθως, ο μηχανισμός τραυματισμού είναι στροφική κάκωση χωρίς επαφή.
Πώς γίνεται η διάγνωση της ρήξης Προσθίου Χιαστού Συνδέσμου;
Η διαγνωστική προσέγγιση ξεκινά με την κλινική εξέταση. Σε περίπτωση ρήξης προσθίου χιαστού συνδέσμου ακολουθεί άμεσα λειτουργικό έλλειμα. Ο ασθενής αδυνατεί να συνεχίσει την αθλητική δραστηριότητα, με έντονο άλγος ενώ άμεσα από τον τραυματισμό ακολουθεί πρήξιμο του γόνατος (λόγω αιμάρθρου δηλαδή ενδοαρθρικής συλλογής αίματος).
Ο κλινικός έλεγχος, εκτός από τον έλεγχο σταθερότητας με εξειδικευμένες κλινικές δοκιμασίες, περιλαμβάνει τον πλήρη έλεγχο της άρθρωσης για αποκλεισμό ή εντοπισμό και άλλων πιθανών παθολογιών. Μια ρήξη προσθίου χιαστού μπορεί να είναι μεμονωμένη αλλά μπορεί να συνοδεύεται και από τραυματισμό και άλλων ανατομικών δομών του γόνατος (μηνίσκοι, χόνδρινες επιφάνειες, Πλάγιοι Σύνδεσμοι, Οπίσθιος Χιαστός Σύνδεσμος).
Σε δεύτερο χρόνο από την πρώτη κλινική εκτίμηση, ακολουθεί μαγνητική τομογραφία γόνατος που επιβεβαιώνει τη διάγνωση και δίνει μια καθολική εικόνα του γόνατος αφού στην εξέταση αυτή απεικονίζονται όλες οι ανατομικές δομές της άρθρωσης. Σημαντικό ρόλο στη διάγνωση έχει και η διαγνωστική αρθροσκόπηση του γόνατος, η οποία λόγω όμως της διαγνωστικής ικανότητας της μαγνητικής τομογραφίας έχει περιοριστεί.
Πρέπει να χειρουργηθώ όταν έχω διαγνωστεί με ρήξη Προσθίου Χιαστού Συνδέσμου;
H ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου, εκτός από το άμεσο λειτουργικό αποτέλεσμα της αστάθειας, κατά κάποιο τρόπο αποτελεί το έναυσμα μιας διαδικασίας φθοράς του γόνατος. Η διαταραχή στην κινηματική του γόνατος λόγω αστάθειας προκαλεί σταδιακά βλάβες σε επιμέρους δομές (μηνίσκοι, χόνδρινες επιφάνειες) με αποτέλεσμα σε τελικό στάδιο την οστεοαρθρίτιδα του γόνατος. Η ταυτόχρονη παρουσία μηνισκικής ή χόνδρινης βλάβης επιταχύνουν καθοριστικά αυτή την εκφυλιστική διαδικασία.
Έχει καταστεί σαφές στην ορθοπαιδική κοινότητα ότι ο ρόλος του Προσθίου Χιαστού Συνδέσμου είναι τόσο σημαντικός, ώστε η συντηρητική αντιμετώπιση (με ενδυνάμωση των δευτερευόντων σταθεροποιητικών στοιχείων) να μην αποτελεί την καλύτερη επιλογή. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι εκτός από τα παραπάνω η ηλικία, η φυσική κατάσταση, ο βαθμός δραστηριότητας του ασθενούς πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν πριν την απόφαση αποκατάστασης. Σαφώς υπάρχουν ασθενείς που ακολούθησαν συντηρητικό πλάνο μετά από ρήξη προσθίου χιαστού και με την ολοκλήρωση του φυσικοθεραπευτικού πλάνου επέστρεψαν στην καθημερινότητά τους. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι συνήθως πρόκειται για ασθενείς με μειωμένο επίπεδο δραστηριότητας και χαμηλών απαιτήσεων και σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται κατανοητό το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα μιας τέτοιας απόφασης στην μελλοντική εκφύλιση του γόνατος.
Ποια είναι η αντιμετώπιση της Ρήξης Προσθίου Χιαστού Συνδέσμου;
Η επέμβαση αποκατάστασης ονομάζεται «Συνδεσμοπλαστική Προσθίου Χιαστού Συνδέσμου».
Με αρθροσκοπικά μέσα γίνεται αφαίρεση του κομμένου συνδέσμου και προετοιμασία της ανατομικής περιοχής έκφυσης και κατάφυσής του (σε μηρό και κνήμη) για την καθήλωση μοσχεύματος που θα αποκαταστήσει τη λειτουργία του.
Υπάρχουν διάφορες χειρουργικές τεχνικές, με διαφορετικού τύπου συστήματα καθήλωσης, και διαφορετικού τύπου μοσχεύματα, όπως τεχνητό (συνθετικό) μόσχευμα, πτωματικό ή και μοσχεύματος από τον ίδιο τον ασθενή (αυτομόσχευμα) με διαφορετική χρήση σε κάθε περίπτωση και διαφορετικά χαρακτηριστικά σε κάθε επιλογή. Η χρήση αυτομοσχεύματος γίνεται με χρήση τενόντων από άλλη περιοχή του σώματος και μετά από κατάλληλη επεξεργασία τους ώστε να μπορούν να υποκαταστήσουν τον πρόσθιο χιαστό. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι οπίσθιοι μηριαίοι (ισχνός και/ή ημιτενοντώδης), ο επιγονατιδικός τένοντας ή ο τένοντας του τετρακέφαλου.
Το είδος αυτομοσχεύματος και η επιλογή τεχνικής είναι σημαντικά καθώς καθορίζουν την αντοχή του μοσχεύματος, το βαθμό προσδιδόμενης σταθερότητας καθώς και την λειτουργική έκπτωση από τον τραυματισμό στη δότρια περιοχή.